Κουρτενέ — (Courtenay). Επώνυμο γαλλικής οικογένειας, που καταγόταν από την ομώνυμη γαλλική κωμόπολη και έδρασε τη μεσαιωνική εποχή. Γενάρχης της ήταν ο Άθως, ο οποίος, σύμφωνα με πληροφορίες, οχύρωσε την ιδιαίτερη πατρίδα του περίπου το 1010. Ο κλάδος των… … Dictionary of Greek
Αικατερίνη Βαλουά — (Catherine de Valois, 1301 – 1346). Επίτιμη αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, κόρη του Καρόλου Βαλουά και της Αικατερίνης Κουρτενέ. Το 1313 παντρεύτηκε τον Φίλιππο ντ’ Ανζού, ηγεμόνα του Τάραντα και πρίγκιπα της Αχαΐας, ο οποίος από τότε ονομάστηκε… … Dictionary of Greek
Βαλουά — I (Valois). Βασιλικός οίκος της Γαλλίας, που είχε την εξουσία από το 1328 έως το 1589, κλάδος του γαλλικού βασιλικού οίκου των Καπετιδών. Η δυναστεία άρχισε με τον Κάρολο, τριτότοκο γιο του Φιλίππου Γ’, στον οποίο το 1285 δόθηκε η κομητεία του Β … Dictionary of Greek
φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… … Dictionary of Greek
Θάμαρ — I Πόλη της Ιουδαίας. Αναφέρεται από τον γεωγράφο Πτολεμαίο ως Θαμάρ Θαμαρώ. Η τοποθεσία της παραμένει άγνωστη. II Όνομα βιβλικών προσώπων. 1. Χαναναία. Παντρεύτηκε τον Hρ, πρωτότοκο γιο του Ιούδα και εγγονό του Ιακώβ. Όταν πέθανε ο Hρ χωρίς να… … Dictionary of Greek
Κάρολος — I (Charles). Όνομα επτά αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Κ. Α’. Βλ. λ. Καρλομάγνος. 2. Κ. Β’, ο Φαλακρός (Φρανκφούρτη 823 – Μπριντ λε Μπεν, Σαβοΐα 877). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (875 877). Ήταν υστερότοκος… … Dictionary of Greek
Κάρολος του Βαλουά — (1270 – 1325). Κόμης του Βαλουά (1284 1325). Ήταν γιος του βασιλιά της Γαλλίας Φιλίππου Γ’, ο οποίος του παραχώρησε ως τιμάριο την κομητεία του Βαλουά. Μετά τον γάμο του με την κόρη του βασιλιά της Νάπολης Κάρολου Β’, Μαργαρίτα, απέκτησε τον… … Dictionary of Greek